Η λέξη πρόοδος στο στόμα της μητέρας μου ηχούσε πολύ φάλτσα
Μια παράσταση της ομάδας The Young Quill σε σκηνοθεσία της Αικατερίνης Παπαγεωργίου με τους: Αλέξανδρο Βάρθη, Τάσο Λέκκα, Μάνια Παπαδημητρίου, Δημήτρη Πετρόπουλο, Ελίζα Σκολίδη.
Το έργο γράφεται με αφορμή τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αφηγούμενο όμως μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει διαδραματιστεί μετά από έναν οποιονδήποτε πόλεμο του τότε, του τώρα ή του μετά. Ο Βίγκαν και η Γιάσμινσκα επαναπατρίζονται στο χωριό τους μετά τη λήξη του εμφυλίου αναζητώντας τη σορό του Βίμπκο, του χαμένου τους γιου που πολεμούσε. Η τοπική κοινωνία τους αντιμετωπίζει με καχυποψία αναζητώντας τρόπους να εκμεταλλευτεί οικονομικά το πένθος τους. Τα πάντα, ακόμα και οι άνθρωποι, ζωντανοί ή νεκροί, είναι εμπορεύσιμα. Η μοναδική πηγή εσόδων του ζευγαριού είναι η κόρη τους, Ίντα, η οποία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου μπλέκεται με κύκλωμα σωματεμπορίας και πλέον εκπορνεύεται στην κεντρική Ιταλία. Η ίδια βιώνει μια παράλληλη ιστορία εξευτελισμού της ανθρώπινης ύπαρξης.
Μέσα από την προσωπική ιστορία της οικογένειας προκύπτει η αφήγηση μιας πολεμικής φρικωδίας ολόκληρου του 20ου αιώνα. Ο συγγραφέας συνθέτοντας το κείμενο του στις αρχές του 2000 διερωτάται με σαφήνεια, τι θεωρούμε «πρόοδο» τον 21ο αιώνα, ερχόμενοι από όλους τους πολέμους, τις βιαιοπραγίες και τους ξεριζωμούς που στιγμάτισαν τον 20ο και διαδραματίστηκαν στο βωμό της προόδου και του κέρδους. Σήμερα, ασχολούμενοι με το έργο αυτό είκοσι χρόνια αφότου γράφτηκε, επικαιροποιούμε το ερώτημα αναρωτώμενοι αν η «πρόοδος» είναι τελικά η αξία που πρέπει να καθορίζει την πολιτική, την κοινωνία, την οικονομία, ακόμα και τον ίδιο τον άνθρωπο. Ακροβατώντας μεταξύ ενός ρεαλιστικού και υπερρεαλιστικού πλαισίου – που πλέον είναι όλα φάλτσα – ο Ματέι Βίζνιεκ δίνει χώρο στον θεατή να αναμετρηθεί με τη σκληρότητα του ανθρώπου, την απολυτότητα των κοινωνικών δομών και τον καιροσκοπισμό της πολιτικής.